ἐλλέλειπται

ἐλλέλειπται
ἐλλείπω
leave in
perf ind mp 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προσδιασαφώ — έω, Α διασαφηνίζω κάτι επί πλέον, επεξηγώ κάτι με σαφέστερο τρόπο («εἰ δέ τι ἐλλέλειπται, νῡν προσδιασαφήσομεν», Στράβ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + διασαφῶ «διευκρινίζω, ξεκαθαρίζω»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”